Δεκεμβρίου 29, 2010 — anaxoriti
Ό λόγος μου βασίζεται στο βιβλίο «Βίος καί Λόγοι του Γέροντος
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου». Οταν το διάβασα για πρώτη φορά πρίν από δύο
χρόνια, μετά από τόσα χρόνια σπουδών ακαδημαϊκής θεολογίας, αισθάνθηκα
μεγάλη ανακούφιση πού γνώρισα τον Γέροντα Πορφύριο. Ηταν σαν να
επέστρεφα στο σπίτι μου, στην Αποστολική Εκκλησία, στίς ρίζες μου εν
Χριστώ.
Είμαι συνεπαρμένη από τη ζωή καί
τους λόγους του. Ό Γέροντας μιλά στην καρδιά, με μεγάλη απλότητα καί
αγάπη, καί αυτό τα κάνει όλα τόσα απλά. Πιστεύω ότι ο Γέροντας
Πορφύριος είναι ένας άνθρωπος καθ’ ομοίωσιν του Χριστού.
Βρίσκω πολλές πλευρές της πνευματικότητας του Γέροντα να έχουν
μεγάλο ενδιαφέρον, ωστόσο θα περιοριστώ σε τέσσερις από αυτές: στην εν
Χριστώ αγάπη, τον πνευματικό αγώνα, το χάρισμα του καί την ευχή του
Ιησού.
Θεωρώ την εν Χριστώ αγάπη ως τον κεντρικό άξονα του βιβλίου, δηλαδή
ως τη βάση της ζωής καί της σοφίας του Γέροντα Πορφυρίου. Ως παιδί
ερωτεύτηκε τον Χριστό καί ή αγάπη αυτή τον ώθησε να πάει στο Αγιον Όρος
καί να ζήσει ως μοναχός. Αυτό πού ονομάζω εν Χριστώ αγάπη αποτελεί πολύ
δυνατή, αλλά ταυτόχρονα απλή θεολογία: ο Θεός είναι αγάπη -η ουσία του
Χριστιανισμού (Ίωάν. 1, 3-4)· αγάπα τον Θεό καί τον πλησίον σου- η
ύψιστη εντολή του Χριστού (Ματθ. 22, 57-40)· πίστευε στον Χριστό ως τον
Υιό του Θεού -η Ενανθρώπιση (Ίωάν. 1, 14· 3, 16)- αυτή είναι η αφετηρία
της ομοιώσεως με τον Θεό, της θεώσεως. Ο Γέροντας μιλά περί θείου
έρωτος, δηλαδή για τον πόθο της ένωσης με τον Χριστό καί Θεό.
Ο Γέροντας Πορφύριος συνεχώς επαναλαμβάνει ότι σκοπός του ανθρώπου
είναι να έλθει ο Χριστός καί, με τη χάρη του Θεού, να ζήσει μέσα του
(Γαλ. 2, 20). Χρειάζεται πάντοτε να έχουμε σκέψεις αγάπης καί να έχουμε
καλές σκέψεις για τους άλλους, λέει ο Γέροντας -αυτή πρέπει να είναι η
διάθεση της καρδίας μας. Το μυστικό της αγάπης προς τον Θεό είναι η
αγάπη για τον αδελφό. Είναι τόσο απλό -καί όμως τόσο δύσκολο, γιατί
είναι αντίθετο προς την προσκόλληση στον εαυτό μας καί τον εγωισμό. Ό
άγιος Απόστολος Παύλος βίωσε αυτή την εσωτερική μάχη, αλλά παραδίδοντας
τον εαυτό του όλο καί πιο πολύ στην αγάπη καί στη λατρεία του Θεού,
κατόρθωσε να ζει εν Χριστώ. Ό νους του μεταμορφώθηκε με την ανακαίνιση
πού επιτελέσθηκε από την αγάπη του Θεού (Ρωμ. 12, 2). Ή μετάνοια είναι
λέξη-κλειδί. Ή ταπείνωση επίσης· σημαίνει να αφήσεις τον εαυτό σου στα
χέρια του Θεού με απόλυτη εμπιστοσύνη. Τότε η ελεύθερη βούληση του
άνθρωπου ταυτίζεται με το θέλημα του Θεού. Καί αυτό είναι ελευθερία.
Όμως το να αφήσει κάποιος τον εαυτό του ή τον «παλαιό» του εαυτό καί να
ενδύεται τον νέο «εν Χριστώ εαυτό», μπορεί να είναι πολύ δύσκολο για
έναν άνθρωπο της σημερινής εποχής, ιδιαίτερα ίσως στη Δυτική Ευρώπη,
όπου έχουμε ως κληρονομιά τίς ιδέες του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα. Οι
Γάλλοι φιλόσοφοι έκαναν τον ίδιο τον άνθρωπο στόχο του ανθρώπου καί αυτό
έγινε η αφετηρία της εκκοσμίκευσης. Ας ελπίσουμε ότι αυτός δεν είναι
ένας δρόμος χωρίς επιστροφή!
Αυτό μας φέρνει σε όσα λέει ο Γέροντας Πορφύριος για τον πνευματικό
αγώνα, τα οποία θεωρώ ότι μπορεί να είναι βάλσαμο για τη συνείδηση του
σύγχρονου καταπονημένου ανθρώπου, ακριβώς επειδή είναι τόσο απλά. Ό
άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνος του, αλλά μόνο με τη χάρη του
Χριστού (Ίωάν. 15, 5). Εφ όσον δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα καί καθ’
ομοίωσιν του Θεού, με ελεύθερη βούληση καί σκέψη, μπορεί ανάλογα να
κατευθύνει προς το καλό ή το κακό τη δύναμη πού έχει βάλει μέσα του ο
Θεός, αγνοώντας την επίθεση του κακού καί στρέφοντας αμέσως τον εαυτό
του με αγάπη στον Χριστό, όπως ένα μικρό παιδί στη μητέρα του. Όταν
δείχνεις περιφρόνηση στο κακό, αυτό εξαφανίζεται. Σύμφωνα με τον Πατέρα
της Εκκλησίας, Αγιο Αθανάσιο: «Το κακό δεν είναι τίποτα».
Αλλά τί μπορούμε να κάνουμε; Ό Γέροντας Πορφύριος συνιστά τον εύκολο
δρόμο με την αγάπη στον Χριστό καί την πλήρωση από το Άγιο Πνεύμα δια
του μυστηρίου του Βαπτίσματος καί δίνει πρακτικές συμβουλές: να
διαβάζουμε τους Ψαλμούς, τη Γραφή, να ψάλλουμε ύμνους, να
επαναλαμβάνουμε την ευχή, να μελετάμε τους λόγους των Πατέρων καί να
διαβάζουμε τους Βίους των Αγίων. Όλ’ αυτά κατευθύνουν τη σκέψη μας
στον Χριστό καί ανοίγουν ένα παράθυρο απ’ όπου θα μπει το φως Του καί θα
μας γεμίσει πέρα ως πέρα· έτσι δεν θα υπάρχει πια χώρος για το
σκοτάδι.
Για τον Γέροντα Πορφύριο ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος είτε στο καλό
είτε στο κακό. Ό δε Αγιος Παύλος το εκφράζει με τον παρακάτω τρόπο: «οὐ
γάρ ὅ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ’ ὅ οὐ θέλω κακόν τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. 7,
19). Πρέπει, επομένως, να προσπαθούμε να είμαστε αιχμάλωτοι του καλού.
Άλλα πώς; Κάνοντας ένα βήμα προς τον Θεό, ανοίγοντας το «ραδιόφωνο μας»
για να λάβει τα σήματα του Θεού, λέει ο Γέροντας με τον παιδαγωγικό
του τρόπο. Αυτό πού μπορούμε να κάνουμε είναι να στρέψουμε την πλάτη
μας στο κακό καί να τρέξουμε στην αγκαλιά του Χρίστου, για να
αιχμαλωτιστούμε από Εκείνον. Εμπιστοσύνη στον Θεό καί στην αγάπη Του. Ή
αγάπη είναι ελευθερία -αντίθετα ο φόβος είναι δουλεία.
Ο Γέροντας Πορφύριος έχει μεγάλη ψυχολογική διεισδυτικότητα καί δεν
συνιστά τον σκληρό δρόμο, όπως κάποιοι από εμάς διδάχθηκαν καί όπως
πρεσβεύει η σύγχρονη θεωρία της ψυχοθεραπείας: «αντιμετώπισε τη σκιά
σου». Αν πολεμάς το κακό απ’ ευθείας, δίνεις προσβάσεις στον διάβολο καί
θα καταλήξεις να φοβάσαι τον διάβολο καί την κόλαση. Όμως «φόβος ουκ
εστίν εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβο» (Α’ Ίωάν. 4,
18-19). Ή προσωπική εμπειρία του Γέροντα στον πνευματικό αγώνα το
κάνει αυτό τόσο πειστικό! Το ίδιο καί η απλή φιλοσοφία του, πού
στηρίζεται στην ταπείνωση: να πιστεύεις πώς όλοι οι άνθρωποι είναι
καλοί, κι αν ακούσεις κάτι κακό για κάποιον, να μην το πιστέψεις· να
τους αγαπάς όλους, να μη σκέφτεσαι το κακό για κανένα καί να προσεύχεσαι
για όλους. Ό,τιδήποτε κάνουμε, να το κάνουμε χωρίς εγωισμό, ως
δοξολογία στον Θεό. Νομίζω πώς το αηδόνι είναι το παράδειγμα του.
Ό Γέροντας Πορφύριος έγινε ιερέας πολύ νωρίς, χωρίς να έχει
θεολογική παιδεία, καθώς επίσης καί πνευματικός. «Ίσως ο τρόπος σου να
είναι καλύτερος από ενός θεολόγου, πού θα κήρυττε με ρητορικά λόγια στον
κόσμο», του είχε πει ο Αρχιεπίσκοπος (πρίν την πρόσληψη του στην
Πολυκλινική Αθηνών). Αυτό είναι σωστό! Ό Γέροντας Πορφύριος ήταν καλός
ιεροκήρυκας, δάσκαλος καί πνευματικός, παιδαγωγός πού έδινε ζωντανό
παράδειγμα, γεμάτος φλόγα για τον Θεό. Αυτό συνδέεται με το χάρισμα της
διόρασης πού είχε, «το να βλέπει μέσα στις ψυχές», με το ιαματικό του
χάρισμα καί την με ψυχολογική του ενόραση.
Θα επικεντρωθώ σε αυτό πού καλεί κύριο έργο του: στην εξομολόγηση.
Στή Λουθηρανική Εκκλησία δεν υπάρχει το Μυστήριο της Εξομολόγησης,
παρόλο πού ο ίδιος ο Λούθηρος ήταν θετικός προς αυτό. Από την περίοδο
του Καθολικισμού οι άνθρωποι το βλέπουν σαν αγγαρεία, ένα είδος
«ανάκρισης», την οποία διαδέχεται η τιμωρία, σαν κάτι βασισμένο στον
φόβο για τον διάβολο καί την κόλαση. Από θεολογικής απόψεως, πίσω από
αυτό βρίσκεται η θεολογία της δικαίωσης από μόνη την πίστη. Η
εξομολόγηση υπάρχει στη λουθηρανική εκκλησία σε «περιορισμένη»
τελετουργική μορφή καί ως ποιμαντική μέριμνα.
Στόν τομέα αυτό ο Γέροντας Πορφύριος μπορεί να μας βοηθήσει, διότι η
μέθοδος της γενικής εξομολόγησης πού ακολουθεί βασίζεται στην αγάπη
καί στην προσευχή: «Την ώρα πού μιλάς στον εξομολόγο, έρχεται η Θεία
χάρις καί σε απαλλάσει από όλα τα άσχημα βιώματα καί τίς πληγές καί τα
ψυχικά τραύματα καί τίς ενοχές». Ενώ ο Ιερέας ακούει τον πονεμένο
άνθρωπο, βλέπει μέσα στην ψυχή του καί προσεύχεται γι’ αυτόν αυτό είναι
μία πνευματική ακτινοβολία, πού τον απελευθερώνει καί τον θεραπεύει. Ή
χάρις του Θεού, η οποία ενεργεί μέσα στον Ιερέα, μεταδίδεται στον
εξομολογούμενο με την προσευχή. Ό Γέροντας Πορφύριος ονομάζει τη μέθοδο
αυτή «θεία ψυχανάλυση», καί νομίζω ότι έτσι αντιλαμβάνεται το
ευαγγελικό «δεδεμένον καί λελυμένον» (Ματ. 16, 19).
Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από την έλλειψη πίστεως στον
Θεό καί αυτό είναι πού προκαλεί καί το άγχος, λέει ο Γέροντας. Ό
αγνωστικιστής ψυχαναλυτής Jung κατέληξε στο ίδιο συμπέ
ρασμα! Οι άνθρωποι ονόμαζαν τον Γέροντα Πορφύριο «καρδιογνώστη». Θα
μπορούσαμε επίσης να τον πούμε «ιατρό της ψυχής», του οποίου το φάρμακο
είναι το: «να έχεις εμπιστοσύνη στον Θεό καί να γεμίσεις την ψυχή σου
με τον Χριστό, για να μην είναι άδεια». Ακόμη καί η κατάθλιψη -τόσο
κοινή στίς ημέρες μας- μπορεί να θεραπευτεί με αυτόν τον τρόπο. Με την
πρακτική συμβουλή πού ανέφερα, ο Γέροντας βοηθά τον ασθενή άνθρωπο να
παραδοθεί στην αγάπη του Θεού καί να μεταστρέψει τα προβλήματα του σε
προσευχή, λέγοντας, σαν τον τελώνη, με ταπείνωση: «ο Θεός, ιλάσθητί μοι
τω αμαρτωλώ» (Λουκ. 18, 13).
Αυτό μας οδηγεί στην ευχή στον Ιησού, η οποία θεωρώ ότι θα μπορούσε
να είναι μεγάλης σημασίας για έναν Λουθηρανό, στην αναζήτηση του για
πνευματικότητα καί στην προσπάθεια να ανακαλύψει τίς ρίζες του εν
Χριστώ. Την ευχή ως παρακαταθήκη από τους Πατέρες της Ερήμου μπορεί να
την πει ένας Ορθόδοξος, το πρώτο μέρος της ως ομολογία πίστεως καί το
δεύτερο ως εξομολόγηση των αμαρτιών. Κατά την άποψη μου, αυτή η σύντομη
καί δυνατή προσευχή είναι οικουμενική.
Στή Λουθηρανική Εκκλησία υπάρχει, βέβαια, το «Κύριε ελέησον» στη
λειτουργία, αλλά ως προσωπική προσευχή τα παιδιά μαθαίνουν μόνο το
«Πάτερ ημών», το οποίο ασφαλώς καλύπτει τα πάντα. Ωστόσο καλό θα ήταν να
μαθαίνουμε να λέμε καί την ευχή, διότι, όπως λέει ο Γέροντας
Πορφύριος, «σε βοηθάει να έχεις τα μάτια σου στραμμένα στον Χριστό καί
να κοιτάζεις Εκείνον κι όχι τί συμβαίνει σ’ εσένα τον ίδιο». Σάν το
μικρό παιδί… Ή ευχή φέρνει τον Χριστό μέσα στη σκέψη καί στην καρδιά
μας.
Ή καρδιακή προσευχή είναι θεμελιώδης για τη θεολογία του Γέροντα πού
επικεντρώνεται στην εν Χριστώ αγάπη. Είναι, επίσης, ένα «όπλο» στον
αγώνα πού γίνεται με τον εύκολο τρόπο. Γνωρίζω πολύ καλά ότι πρέπει να
τη διδαχθεί κανείς καί ότι χρειάζεται πνευματικός οδηγός. Ό Γέροντας
Πορφύριος την ονομάζει «κλειδί για την πνευματική ζωή». Θα την έλεγα «ο
λογικός ομφάλιος λώρος πού μας ενώνει με το σώμα του Χριστού». Σώμα
Χριστού είναι η Εκκλησία, της οποίας Εκείνος είναι η Κεφαλή. Με το να
λέμε απλά το όνομα του Χριστού, ζητούμε την ένωση μαζί Του, σύμφωνα με
την προτροπή της Εκκλησίας πού ακούγεται στη Λειτουργία: «Πάσαν την ζωήν
ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα».
Αυτή η προσευχή μπορεί να ειπωθεί παντού, μπροστά στον Σταυρό του
Χριστού, στην Εκκλησία, αλλά καί στο τραίνο, στο λεωφορείο, στη δουλειά,
στο σπίτι, τίς ελεύθερες ώρες της ημέρας, που γεμίζουν τότε με τον
Χριστό. Να μην είναι η προσευχή σαν αγγαρεία, λέει ο Γέροντας, μόνο
πέντε λεπτά με ένταση φτάνουν. Αυτές οι λίγες λέξεις περιέχουν αγάπη καί
ταπείνωση. Ή γνώση του Θεού καί η αυτογνωσία αλληλοεπιδρούν. Ή αγάπη
προς τον Θεό είναι πρωτίστως ευγνωμοσύνη καί η προσευχή ως ευχαριστία
είναι στην πραγματικότητα η μόνη απάντηση πού μπορεί να δώσει ο άνθρωπος
στο ζωντανό λόγο του Θεού.
Στή Δανία η ευχή είναι ήδη γνωστή σε μερικούς ανθρώπους, πού
αναζητούν την ησυχία καί την περισυλλογή. Την εισήγαγε ένας Καθολικός
Καρμελίτης μοναχός από τη Σουηδία, ο W. Stinissen, το 1981. Εμπνεύσθηκε
από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή», πού έχει μεταφραστεί
καί στα δανικά. Λέει: «Ελπίζουμε ότι η επαφή με την ευχή μπορεί να μας
βοηθήσει να βρούμε τη χριστιανική μας ταυτότητα. Με την προσευχή αυτή
δεν δίνεται αξία στο ατομικό θέλημα του ανθρώπου, χαρακτηριστικό
γνώρισμα των ποηγούμενων γενεών».
Από την εποχή της Μεταρρύθμισης, στη Δανία δεν έχουμε μοναστήρια ως
πνευματικά κέντρα, δεν έχουμε αγίους, δεν έχουμε Γέροντες, δεν υπάρχει
παράδοση πνευματικής καθοδήγησης καί στο δημοτικό σχολείο δεν
διδάσκεται το μάθημα των θρησκευτικών, όπως θα έπρεπε. Αυτή είναι η
επιρροή της εκκοσμίκευσης! Ασφαλώς, η Εκκλησία καί οι πάστορες κάνουν
ό,τι μπορούν, αλλά συχνά οι άνθρωποι νιώθουν εγκαταλελειμμένοι. Ή
θρησκεία πρέπει να είναι «ατομική υπόθεση», λέει ο πρωθυπουργός μας!
Ωστόσο, ακόμη και οι πάστορες αναζητούν την πνευματικότητα. Η Anna Marie
Aagaard έδωσε μία διάλεξη σχετικά με την πνευματική καθοδήγηση,
βασισμένη στους Πατέρες της Εκκλησίας, Μακάριο καί Διονύσιο τον
Αρεοπαγίτη. Γιατί, λοιπόν, να μη συμπεριλάβουμε τώρα καί τον Γέροντα
Πορφύριο; Θα μπορούσε να συμβάλει στην εκπαίδευση των Δανών παστόρων για
την ποιμαντική μέριμνα.