Σάββατο 18 Μαΐου 2019

Η ΠΑΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ




Αιρέσεις, Αρειανισμός, Νεστοριανισμός, Μονοφυσιτισμός, οικουμενικές σύνοδοι Κωνσταντινούπολης (381), Εφέσου (431) και Χαλκηδόνας (451), Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, σύνθεση Χριστιανισμού- Ελληνισμού.
Ο αγώνας κατά των αιρέσεων
Ο Χριστιανισμός και παλιότερα αλλά κυρίως από την εποχή της αναγνώρισής του ήλθε αντιμέτωπος με ποικίλες αιρέσεις. Έτσι ονομάστηκαν οι παρεκκλίσεις από την ορθή χριστιανική διδασκαλία (Ορθοδοξία), όπως αυτή διατυπώθηκε επίσημα από την Εκκλησία, με τη συνδρομή του Κράτους, στις Οικουμενικές Συνόδους.Ο Θεοδόσιος Α' για τους αιρετικούς

    Επιθυμούμε όλοι οι λαοί τους οποίους κυβερνά το κράτος της γαληνότητάς μας να ασκούν τη θρησκεία την οποία ο θειος απόστολος Πέτρος [...] παρέδωσε στους Ρωμαίους [...], για να πιστεύουμε τη μια θεότητα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος [...] και ευσεβή Τριάδα. Διατάζουμε λοιπόν όλοι όσοι ακολουθούν αυτό το νόμο να αποκαλούνται καθολικοί χριστιανοί [Σημ.: Ο όρος καθολικοί δηλώνει τους Χριστιανούς που δέχονται τις αποφάσεις των συνόδων και αντιτίθενται στις αιρέσεις]. Οι άλλοι όμως, τους οποίους θεωρούμε ανόητους και μανιώδεις, αυτοί να υπομένουν την ατιμία του αιρετικού δόγματος, οι τόποι των συγκεντρώσεών τους να μην ονομάζονται εκκλησίες και να τιμωρούνται πρώτα από τη θεια εκδίκηση και έπειτα από την τιμωρία της δικής μας ισχύος, τη οποία λάβαμε από θεια ευδοκία.
Θεοδοσιανός Κώδικας, XVI, 1. 2, C. Mango, Βυζάντιο: Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, μετ. Δ. Τσουγκαράκης, Αθήνα 1988, 108. Το Κράτος στήριξε υλικά και ηθικά την Εκκλησία, συνάμα όμως αναμείχθηκε στις δογματικές διαμάχες. Έτσι τα θεολογικά προβλήματα συνδυάστηκαν με τις πολιτικές σκοπιμότητες.
    Η αίρεση που κυριάρχησε κατά τον 4ο αι. ήταν ο Αρειανισμός. Δίδασκε ότι ο Υιός είναι δημιούργημα του Πατρός, αμφισβητώντας τη θεότητά του. Προκάλεσε αντιπαραθέσεις και είχε μεγάλη διάδοση τόσο ανάμεσα στους υπηκόους της αυτοκρατορίας όσο και ανάμεσα στους Γότθους και τα άλλα γερμανικά φύλα (εκτός των Φράγκων). Καταδικάστηκε από τις οικουμενικές συνόδους της Νίκαιας (325) και της Κωνσταντινούπολης (381).
    Οι δογματικές διαμάχες, οι οποίες συχνά, κάτω από θρησκευτικό μανδύα, κάλυπταν τοπικές και πολιτιστικές διαφορές, αναζωπυρώθηκαν κατά τον 5ο αι. Αφορούσαν τη σχέση της θειας και της ανθρώπινης φύσης στο πρόσωπο του Χριστού. Ο Νεστοριανισμός, που τόνιζε την υπεροχή της ανθρώπινης φύσης, καταδικάστηκε από την Γ' Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431).
Μια άλλη πολύ σημαντική αίρεση ήταν ο Μονοφυσιτισμός. Οι οπαδοί του θεωρούσαν -αντίθετα από αυτό που πρέσβευαν οι Νεστοριανοί- ότι η θεια φύση απορρόφησε την ανθρώπινη στο πρόσωπο του Χριστού. Ο Μονοφυσιτισμός αν και καταδικάστηκε από την Δ' Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451), κυριάρχησε στις ανατολικές επαρχίες του Βυζαντινού Κράτους (Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτος).
    Η καταπίεση των Μονοφυσιτών από τη βυζαντινή κυβέρνηση υπήρξε ένας από τους παράγοντες που διευκόλυναν αργότερα τις αραβικές κατακτήσεις (630-650). Οι Μονοφυσίτες αποδέχτηκαν την κυριαρχία των Αράβων, για να μπορέσουν να απαλλαγούν από τη σκληρή στάση της κυβέρνησης της Κωνσταντινούπολης.Πώς είδαν οι Μονοφυσίτες την πολιτική του Ηρακλείου.Πώς είδαν οι Μονοφυσίτες την πολιτική του Ηρακλείου
   Ο Ηράκλειος δεν επέτρεπε στους Ορθόδοξους (Σημ.: Ο συγγραφέας, μονοφυσίτης ο ίδιος, αποκαλεί Ορθόδοξους τους οπαδούς της αίρεσης αυτής) να παρουσιαστούν μπροστά του και δεν δεχόταν τα παράπονά τους για τις εκκλησίες που τους είχαν αφαιρεθεί. Για το λόγο αυτό, ο θεός της εκδίκησης [...], βλέποντας τη σκληρότητα των Ρωμαίων που σ' όλη τους την επικράτεια λεηλατούσαν σκληρά τις εκκλησίες μας και τα μοναστήρια μας και μας καταδίκαζαν ανελέητα, έφερε από το νότο τους γιους του Ισμαήλ (Άραβες), για να μας ελευθερώσουν από την κακία, την οργή και τον σκληρό φανατισμό των Ρωμαίων εναντίον μας
   Μιχαήλ ο Σύρος, ΙΙ/2, 412-413, C. Mango, Βυζάντιο, 118.
Μέτρα κατά της αρχαίας θρησκείας
    Προς τα τέλη του 4ου αι. κρίθηκε οριστικά η αντιπαράθεση μεταξύ αρχαίας θρησκείας και Χριστιανισμού. Η απόπειρα του αυτοκράτορα Ιουλιανού (361-363) να ξαναφέρει στη ζωή την λατρεία των θεών του Ολύμπου και να περιορίσει το δικαίωμα των χριστιανών να διδάσκουν σε μη χριστιανικά σχολεία απέτυχε. Οι ιδέες του ήταν ανεδαφικές για την εποχή του.
    Ο Θεοδόσιος Α' (379-395) έδωσε το οριστικό πλήγμα στην αρχαία θρησκεία, κλείνοντας τους ναούς και τα μαντεία της και απαγορεύοντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα Ελευσίνια Μυστήρια (392-393 μ. Χ.).

Το αυτοκρατορικό διάταγμα του έτους 392 μ. Χ
Ο Κανένας απολύτως, από οποιαδήποτε τάξη ανθρώπων και αν προέρχεται, [...] να μη σφάζει αθώα ζώα σε καμιά πόλη, για να προσφέρει θυσία σε αναίσθητα σύμβολα [...]. Αν κάποιος τολμήσει να θυσιάσει σφάγιο ή να κάνει μαντική με τα εντόσθια σφαγμένου ζώου, να θεωρηθεί παραδειγματικά ένοχος εσχάτης προδοσίας, να φορτωθεί με όλες τις βαριές κατηγορίες και να καταδικαστεί ανάλογα, ακόμη και αν δεν επιβουλεύθηκε τη ζωή των ηγεμόνων. Για τη βαρύτητα του εγκλήματος είναι αρκετή η ίδια του η φύση, ότι δηλαδή μ' αυτό θέλησε να καταλύσει τους νόμους

Θεοδοσιανός Κώδικας, XVI, 10, 12, έκδ. P. Kruger-Th. Mommsen, Δουβλίνο-Ζυρίχη 1971, 900.
Η σχέση Χριστιανισμού-Ελληνισμού.
Από τη σύγκρουση στη σύνθεση.
    Στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 5ου αι. ένα κύμα βίας ξέσπασε κατά των μνημείων του αρχαίου κόσμου και των οπαδών της αρχαίας θρησκείας. Το πλήθος, οδηγούμενο από ορισμένους ακραίους και φανατικούς Χριστιανούς, γκρέμιζε ή μετέβαλε σε εκκλησίες τους αρχαίους ναούς και κατέστρεφε τα γυμνά αγάλματα.Οι Χριστιανοί και τα αρχαία μνημεία


Εσύ βέβαια ούτε έδωσες διαταγή να μένουν κλειστά τα ιερά ούτε να μη συχνάζει κανείς σ' αυτά ούτε απαγόρευσες τη φωτιά και το λιβάνι ούτε τις τιμές από τα άλλα θυμιάματα στους ναούς και τους βωμούς. Οι μοναχοί όμως ορμούν στα ιερά, άλλοι κρατώντας ξύλα και πέτρες και σίδερα και άλλοι χωρίς αυτά, με τα χέρια και με τα πόδια. Έπειτα όλα γίνονται λεία των κατοίκων της Μυσίας (Σημ.: επαρχία της Μ. Ασίας), καθώς γκρεμίζονται οι στέγες, ισοπεδώνονται οι τοίχοι, συντρίβονται τα αγάλματα, ξηλώνονται οι βωμοί, ενώ οι ιερείς πρέπει ή να σιγήσουν ή να πεθάνουν.
Λιβάνιος, Προς Θεοδόσιον τον βασιλέα υπέρ των ιερών,
ΧΧΧ, 8-9, έκδ. A. F. Normann, Libanius,
Selected Works, τόμ. ΙΙ,
Λονδίνο 1977, 106-108 .
Οι διώξεις αυτές είχαν και ανθρώπινα θύματα. Ένα από αυτά ήταν η φιλόσοφος Υπατία από την Αλεξάνδρεια.
    Μια άλλη στάση απέναντι στον Ελληνισμό υποδεικνύουν οι Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας (Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Γρηγόριος Ναζιανζηνός και Ιωάννης Χρυσόστομος). Οι εξαίρετοι αυτοί εκπρόσωποι της χριστιανικής διανόησης(ρητορείας και θεολογίας) στη διάρκεια του 4ου αι., που είχαν σπουδάσει στις φημισμένες σχολές της Αθήνας και των άλλων κέντρων του Ελληνισμού, στράφηκαν συχνά κατά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Παράλληλα όμως αξιοποίησαν την αρχαία ελληνική φιλοσοφία για τη διαμόρφωση του δόγματος της Τριαδικής Θεότητας και την αντιμετώπιση των αιρέσεων και πρότειναν την επιλεκτική αξιοποίηση των κλασικών κειμένων, με τον τρόπο της μέλισσας που παίρνει από τα άνθη μόνο ό,τι χρειάζεται (Μ. Βασίλειος). Με τη στάση τους αυτή, οι Πατέρες διευκόλυναν τον διάλογο και τη σύνθεση Χριστιανισμού και Ελληνισμού.
Διωγμός Αφορμή Γνωστότεροι Μάρτυρες
Νέρωνας (54-68 μ.Χ. ) Πυρκαγιά στη Ρώμη Πέτρος, Παύλος
Δομιτιανός (81-96 μ.Χ.) Φόρος διδράχμου Διονύσιος, Τιμόθεος, Φλάβιος Κλήμης, Δομιτίλλα, Ακίλιος
Τραϊανός (98-117 μ.Χ.) Ερώτημα έπαρχου Ιγνάτιος, Φωκάς, Κλήμης Ρώμης, Πρόκλος, Ιλάριος
Μάρκος Αυρήλιος (161-180 μ.Χ.) Ατυχήματα Παρασκευή, Πολύκαρπος, Ιουστίνος, Κοδράτος
Σεπτίμιος Σεβήρος (193-211 μ.Χ.) Προσηλυτισμός Ειρηναίος, Λεωνίδης, Ευτυχία, Περπέτουα, Χαράλαμπος, Χριστίνα, Μαρκέλλα
Δέκιος (249-251 μ.Χ.) Θρησκευτικός φανατισμός Φλαβιανός Ρώμης, Καλλιόπη, Αλέξανδρος Ιεροσολύμων, Βαβύλας, Τρύφων
Διοκλητιανός (284-305 μ.Χ.) Θρησκευτικός φανατισμός Γεώργιος, Δημήτριος, Κυριακή, Ευφημία, Προκόπιος
Γαλέριος (305-311 μ.Χ.) Θρησκευτικός φανατισμός Μαρκελλίνος Ρώμης, Ερμόλαος, Αικατερίνη, Παντελεήμων, Λουκιανός Αντιοχείας,
Οι διωγμοί των Χριστιανών
Ο διωγμός επί του αυτοκράτορα Δομιτιανού (81-96) φαίνεται να είχε και στην Ελλάδα απήχηση, διότι τότε αναφέρεται ότι υπέστη μαρτυρικό θάνατο, δια της πύρας, ο πρώτος επίσκοπος Αθηνών Διονύσιος Αρεοπαγίτης. Μετά τον Διονύσιο επίσκοποι των Αθηνών τάσσονται από την παράδοση ο Ιερόθεος και ο Νάρκισσος, αλλά είναι ιστορικά γνωστό ότι υπέρ της χριστιανικής πίστεως μαρτύρησε ο καταγόμενος από την Αττική επίσκοπος Αθηνών Πούπλιος. Επί του αυτοκράτορα Τραϊανού (98-117) υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο στους Φιλίππους οι χριστιανοί Παρμενάς, Ζώσιμος και Ρούφος το 109, το δε 110 ο επίσκοπος Δυρραχίου Aρίστιος. Ο ανωτέρω μνημονευθείς επίσκοπος Κορίνθου Διονύσιος, ο οποίος ήκμασε κατά τον β΄ αιώνα επί Μάρκου Αυρηλίου (161-180) και υπέστη μαρτυρικό θάνατο, στην επιστολή του, απόσπασμα της οποίας διέσωσε ο Ευσέβιος, έκανε μνεία του Διονυσίου Αρεοπαγίτη ως πρώτου επισκόπου Αθηνών και προσέθετε, ότι οι Αθηναίοι χριστιανοί ολιγώρησαν της κατά το Ευαγγέλιο πολιτείας και κινδύνευσαν να απομακρυνθούν από αυτήν λόγω του διωγμού, κατά τον οποίο μαρτύρησε και ο επίσκοπος τους επίσης σημειώνει ότι διάδοχος του Πουπλίου χρημάτισε ο Κοδράτος, ο οποίος κατόρθωσε να επισυνάξει τη χριστιανική κοινότητα των Αθηνών και να την αναζωπυρήσει στην πίστη. Από την πληροφορία αυτή καταφαίνεται οτι και ο επί Μάρκου Αυρηλίου διωγμός είχε θύματα στην Ελλάδα.
Ο Λατίνος πρεσβύτερος Ιερώνυμος από την ανωτέρω ιστορική μαρτυρία του Διονυσίου επισκόπου Κορίνθου συνήγαγε ότι ο μνημονευόμενος απ’ αυτόν ως διάδοχος του Πουπλίου επίσκοπος Αθηνών Κοδράτος υπήρξε ο γνωστός ομώνυμος απολογητής του Χριστιανισμού. Αυτός όμως ήκμασε επί του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138), επισκέφθηκε δε την πόλη των Αθηνών κατά τα έτη 125-126. Πάντως προς τον ανωτέρω αυτοκράτορα υπέβαλε την απολογία του ο Κοδράτος κατά την εν λόγω επίσκεψη του. Υπήρξε μάλιστα και άλλος Κοδράτος, μαθητής των αποστόλων, «ευαγγελιστής» και «προφήτης», διάφορος και του επισκόπου Αθηνών και του απολογητή Κοδράτου. Εκτός του τελευταίου και άλλος Αθηναίος φιλόσοφος και απολογητής του Χριστιανισμού, ο Αριστείδης, υπέβαλε στον αυτοκράτορα Αδριανό λαμπρή απολογία υπέρ του Χριστιανισμού, στην οποία αναπτύσσει τη θεμελιώδη αλήθεια ότι οι χριστιανοί κατέχουν τη μόνη ορθή περί Θεού ιδέα και ότι μόνο ο Χριστιανισμός είναι η αληθής θρησκεία, ενώ οι βάρβαροι, οι Έλληνες και οι Ιουδαίοι πλανήθηκαν. Ταυτόχρονα ο απολογητής αποδεικνύει ότι οι χριστιανοί, κατέχοντες την αλήθεια όχι ως απλή θεωρία, αλλά ως πράξη, την εφαρμόζουν στη ζωή τους. Είναι βέβαια πολύ ενδεικτικό για την πνευματική της στάθμη, ότι στη χριστιανική παροικία των Αθηνών καταλέγονταν τέτοιοι επιφανείς άνδρες, όπως ο φιλόσοφος και απολογητής του Χριστιανισμού Αριστείδης. Και άλλος μέγας απολογητής, ο Αθηναγόρας, ήταν «Αθηναίος φιλόσοφος χριστιανός», όπως επιγράφεται στην απολογία του «Πρεσβεία περί χριστιανών», την οποία απέστειλε περί το 177 προς τον Μάρκο Αυρήλιο στη Ρώμη, όπου και είχε μεταβεί. Επίσης, υιός Αθηναίου φιλοσόφου, με το όνομα Αντίοχος, ο οποίος μαρτύρησε στη Ρώμη επί Δομιτιανού, υπήρξε ο επίσκοπος Ρώμης Ανακλητός (76-88), πιθανώς δε και ο Ξυστός Β΄ (257-258) ήταν υιός Αθηναίου φιλοσόφου. Τέλος και οΥγίνος, ο οποίος κατά τη μετάβαση του στη Ρώμη εξελέγη επίσκοπος της πόλεως αυτής (136-140), ήταν Αθηναίος φιλόσοφος χριστιανός. Οι απολογίες των χριστιανών απολογητών δεν ανέστελλαν τους διωγμούς, οι οποίοι υπεκινοϋντο διαρκώς από τους φανατικούς ειδωλολάτρες. Έτσι, επί του αυτοκράτορα Αντωνίνου Πίου (138-161) κηρύχθηκε και πάλι διωγμός κατά των χριστιανών της Ελλάδας. Ο αυτοκράτορας εξέδωσε διάταγμα «προς Λαρισαίους και Θεσσαλονικείς και Αθηναίους» να μη καταδιώκουν τους χριστιανούς, σύμφωνα με πληροφορίες του Μελίτωνα Σάρδεων που διασώζονται στον Ευσέβιο. Το διάταγμα αυτό μαρτυρεί την ακμή των χριστιανικών παροικιών στις ανωτέρω ελληνικές πόλεις. Ο σκληρός διωγμός που κηρύχθηκε επί του αυτοκράτορα Δεκίου (249-251) επεκτάθηκε και στην Ελλάδα 1 . Μεταξύ των Αθηναίων χριστιανών μαρτύρων του διωγμού εκείνου αναγνωρίσθηκαν ο Ηράκλειος, ο Παυλίνος και ο Βενέδημος, οι οποίοι κάηκαν ζωντανοί, η δε μνήμη τους τιμάται από την Εκκλησία τη 15 Μαΐου. Πρίν από αυτούς είχαν μαρτυρήσει στην Αθήνα πιθανώς και οι άγιοι Πέτρος, Διονύσιος, Χριστίνα παρθένος, Ανδρέας και Παύλος, των οποίων η μνήμη εορτάζεται τη 19 Μαΐου. Στην Κόρινθο, κατά τον ίδιο διωγμό και επί του ανθυπάτου Κοδράτου υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο ο Κυπριανός, ο Παύλος και μερικοί άλλοι, επί δε ανθυπάτου Διονυσίου μαρτύρησαν πολλές γυναίκες, μεταξύ των οποίων και η Αγία Χάρισσα, όπως επίσης και ο άγιος επίσκοπος Αθηνών Λεωνίδας, ο οποίος συνελήφθη στην Τροιζήνα κατά τις ήμερες του Πάσχα και οδηγήθηκε στην Κόρινθο, όπου μετά από πολλά βασανιστήρια απαγχονίσθηκε. Αργότερα ανακομίσθηκε το λείψανο του στην Αθήνα, διασώθηκε δε κοντά στον Ίλισσό ποταμό κρύπτη, η οποία αποτελεί μέρος του ιδρυθέντος, πιθανώς κατά τον Δ΄ αιώνα, «Μαρτυρίου του αγίου Λεωνίδου». Το «Μαρτύριον» ήταν μεγαλοπρεπής βασιλική, όπως μαρτυρούν τα ανακαλυφθέντα αρχαιολογικά λείψανα της 2 . Στη Γόρτυνα της Κρήτης υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο ο άγιος επίσκοπος Κύριλλος, γέροντας 84 ετών, και δέκα άλλοι χριστιανοί Θεόδουλος, Σατουρνίνος, Εύπορος, Γελάσιος, Ευνίκιος, Αγαθόπους, Ζωτικός, Κλεομένης, Βασιλειάδης και Ευάρεστος. Κατά τον ίδιο διωγμό, τη 14 Μαΐου 250, μαρτύρησε και ο άγιος Ισίδωρος στη Χίο. Στην Κόρινθο αναφέρονται ως μαρτυρήσαντες επί Δεκίου δεκατρείς χριστιανοί μάρτυρες (η μνήμη τους τιμάται την 31 Ιανουαρίου, τη 10 Μαρτίου και 15/16 Απριλίου). Από τη Θεσσαλονίκη δε καταγόταν και η Ελκιονίς, η οποία υπέστη το μαρτύριο στην Κόρινθο (η μνήμη της τιμάται την 28 Μαΐου). Πολλοί άλλοι μάρτυρες αναδείχθηκαν σε διάφορες άλλες ελληνικές πόλεις και νησιά. Κυρίως όμως η Μικρά Ασία έδωσε τους περισσότερους μάρτυρες κατά τη διάρκεια όλων των διωγμών.

Επί Γαλερίου (305-311) έγινε μεγάλη σφαγή των χριστιανών στην Κόρινθο, κατέστησαν δε γνωστά τα ακόλουθα ονόματα: Μύρων, Βικτωρίνος, Βίκτωρ, Νικηφόρος, Κλαυδιανός, Σαραπίων, Παπίας, Κοδράτος. Από δε τις περιοχές γύρω από την Κόρινθο και οι: Κυπριανός, Διονύσιος, ?νεκτος, Παύλος, Κρίσκης, Λεωνίδας, Ειρήνη, Αδριανός. Κατά τον τελευταίο διωγμό επί Διοκλητιανού, μεγαλομάρτυρας του Χριστιανισμού στη Θεσσαλονίκη αναδείχθηκε το 303 μαζί με τον Νέστορα ο άγιος Δημήτριος, με το ένδοξο όνομα του οποίου συνδέθηκε η περαιτέρω ιστορία της πόλεως. Στην Παλαιστίνη αναδείχθηκε άλλος μεγαλομάρτυρας, ο άγιος Γεώργιος, στη δε Αίγυπτο η Αγία Αικατερίνη, οι οποίοι τιμώνται ιδιαζόντως από τον ελληνικό λαό. Από τη Θεσσαλονίκη κατάγονταν οι μαρτυρήσασες στη Νίκαια Αγάπη, Χιονία και Ειρήνη. Αναφέρονται δε και άλλοι μάρτυρες στη Θεσσαλονίκη, όπως η Ματρώνα, ο Δομίνιος, ο Αλέξανδρος, η Ανυσία, ο διάκονος Αγαθόπους, ο αναγνώστης Θεόδουλος, ο Φλωρέντιος, ο Λούκτος και ο Ταυρίων. Στην Κέρκυρα κάηκαν ζωντανοί οι μάρτυρες Ζήνων, Ευσέβιος, Νέων και Βιτάλιος. Οι διωγμοί αυτοί κατά του Χριστιανισμού δεν ανέκοψαν την πρόοδο του. «Το αίμα των μαρτύρων υπήρξε ο σπόρος του Ευαγγελίου», όπως ορθά ελέχθη ήδη από τον Τερτυλλιανό κατά τον Δ΄ αιώνα. Η πρόοδος της νέας θρησκείας όμως υπήρξε βραδύτατη στην εστία της πολυθεΐας, την Ελλάδα, η οποία μετά τις προξενηθείσες από τους Ρωμαίους καταστροφές και λεηλασίες υπέστη επιδρομές διαφόρων βαρβάρων, σε εποχή κατά την οποία η αναρχία λυμαινόταν το Ρωμαϊκό κράτος. Κατά την επιδρομή των Γότθων (267) καταστράφηκαν και τα αρχαιότερα χριστιανικά μνημεία, ανάμεσα στα οποία και ο πρώτος ναός στη μνήμη του αγίου Διονυσίου στον Αρειο Πάγο με το πρώτο επισκοπείο των Αθηνών. Είναι αυτονόητο ότι μεταξύ τέτοιων ανωμαλιών δεν ήταν εύκολη η πρόοδος του Χριστιανισμού. Στους διωγμούς αυτούς έθεσε τέρμα ο Μέγας Κωνσταντίνος (306-337), ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας, ο οποίος και διευκόλυνε την πλήρη επικράτηση της νέας θρησκείας. Ο Κωνσταντίνος έδειξε εύνοια προς την Ελλάδα, προς τιμήν του δε οι Αθηναίοι έστησαν ανδριάντα για τις ευεργεσίες του προς την πόλη. Ο Κωνσταντίνος σκόπευε μεν στην αρχή να καταστήσει πρωτεύουσα του κράτους τη Θεσσαλονίκη, προέβη μάλιστα και σε μερικές προκαταρκτικές εργασίες στο λιμάνι της, αλλά τελικά προτίμησε το Βυζάντιο, αρχαία αποικία των Μεγαρέων, το οποίο έμελλε να γίνει ένα περιφανέστατο κέντρο της χριστιανικής θρησκείας. Η νέα πρωτεύουσα, της οποίας τα εγκαινια τελέσθηκαν την 11 Μαΐου 330, μετονομάσθηκε Κωνσταντινούπολη, το ένδοξο δε αυτό όνομα κυριάρχησε στην περαιτέρω πορεία της χριστιανικής Εκκλησίας.
Καθώς το ευαγγέλιο απλωνόταν σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας παίρνοντας απίστευτες διαστάσεις, (Κολ.1:6) οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες θορυβήθηκαν τόσο πολύ, ώστε στο βαθμό που πίστευαν ότι κινδύνευαν από την νέα θρησκεία όπως έλεγαν τον χριστιανισμό, άρχισαν τις διώξεις εναντίον τους μεταχειριζόμενοι κάθε μέσον για την εξαφάνισή τους. Όπως γνωρίζουμε, οι λόγοι που αντέδρασαν τόσο άγρια, αφορούσαν σε μεγάλο βαθμό την περιφρόνηση που έδειχναν οι χριστιανοί στις λατρευτικές προς το πρόσωπό τους προσφορές τις οποίες έθεσαν εξ αρχής υπό αμφισβήτηση! Διότι, καθώς αυτοί επέστρεφαν από τις ειδωλολατρικές τους συνήθειες, έπαυαν από το να προσκυνούν καίσαρες και αυτοκράτορες και να προσφέρουν θυμιάματα τιμώντας αυτούς ως θεούς. Οι τελευταίοι, απέναντι σε όλο αυτό που δημιουργείτο αντέδρασαν χωρίς ίχνος ανοχής και ελέους. Έτσι λοιπόν, είτε γιατί έπρεπε να πάρουν προληπτικά μέτρα για να ανακόψουν τυχόν γενικευμένες από τους υποταγμένους λαούς αντιδράσεις με διασπαστικές τάσεις στην απέραντη αυτοκρατορίας τους, είτε για να προβάλλουν ως επικυρίαρχοι την παντοδυναμία τους επιβάλλοντας έτσι και τις θεϊκές τους ιδιότητες, προχώρησαν σε πρωτοφανείς διώξεις και απερίγραπτες ωμότητες. Το 64μ.Χ. έγινε ο 1ος Μεγάλος διωγμός των Χριστιανών από τον Νέρωνα. Πιθανόν τότε να μαρτύρησαν και οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος μαζί με χιλιάδες Χριστιανούς. Ο ιστορικός Τάκιτος, που γεννήθηκε γύρω στο 56μ.Χ., λέει ότι ο Νέρων, για να βγάλει τις υποψίες από πάνω του για την μεγάλη πυρκαγιά που ο ίδιος είχε βάλει, κατηγόρησε τους Χριστιανούς. Αυτούς τότε, «τους κατασπάραξαν τα σκυλιά και πέθαναν» και «τους έκαιγαν ρίχνοντάς τους στις φλόγες για να χρησιμεύουν ως νυχτερινός φωτισμός, όταν έσβηνε το φως τής ημέρας. Ο Νέρων πρόσφερε τους κήπους του γι αυτό το θέαμα». (Τα Χρονικά Βιβλίο ΧV, παρ.44) Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70μ.Χ Ήταν μια καταστροφή που εμμέσως στράφηκε και κατά των χριστιανών Ιουδαίων που κατοικούσαν την Ιερουσαλήμ, η οποία όπως γνωρίζουμε, υπήρξε η κοιτίδα του χριστιανισμού. Μάλιστα, μέχρι που καταστράφηκε το 70μ.Χ ήταν και σημείο αναφοράς όλων των εκκλησιών της περιόδου εκείνης και κέντρο καθοδήγησης και ενεργειών των αποστόλων και των μαθητών τους, που στόχο είχαν, την εξάπλωση του έργου της σωτηρίας σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Απ’ όσα γνωρίζουμε για την περίοδο εκείνη με βάση την Αγία Γραφή και ιστορικά στοιχεία της εποχής, ίσως να μην άνοιξε ρουθούνι χριστιανού κατά την επέμβαση των Ρωμαίων εναντίον της πόλεως, από την οποία όπως λέγεται, είχαν φύγει εγκαίρως προειδοποιημένοι από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό! Από την άλλη δεν είναι δυνατόν ν’αγνοήσουμε την γενοκτονία που υπέστησαν οι Ιουδαίοι και να μην αναφερθούμε στο άγριο μένος των Ρωμαίων στρατιωτών, το οποίο κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει μένοντας μόνο στην στάση των Ιουδαίων επειδή αυτοί επαναστάτησαν εναντίον τους. Διότι οι Ρωμαίοι, όταν ανέκτησαν την πόλη, σαν να μην έφτανε ο πακτωλός από πτώματα και η ανείπωτη ωδίνη που προξένησαν κατά των πολιορκημένων, έβαζαν φωτιές και σ’ αυτές τις γκρεμισμένες πέτρες από τον ναό του Σολομώντα και τα τείχη της πόλης, για να εξαφανίσουν εντελώς και τα ερείπια ακόμα με ότι άλλο είχε απομείνει σ’ αυτά, καθώς είχε προβλέψει και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. 81μ.Χ. ο 2ος μεγάλος διωγμός από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό (81-86μ.Χ.) Αυτός βρήκε αφορμή το «φόρο τού διδράχμου», που δεν πλήρωναν οι Χριστιανοί, επειδή έπαυαν να είναι Ιουδαίοι και άρχισε σκληρό διωγμό κατά τών Χριστιανών. Τότε λέγεται πως μαρτύρησαν ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης στην πυρά και ο Τιμόθεος επίσκοπος Εφέσου μαθητής τού Αποστόλου Παύλου, ενώ εξορίσθηκε τότε και ο απόστολος Ιωάννης στην Πάτμο όπου έγραψε την Αποκάλυψη. Ήταν σύντομος διωγμός αλλά υπήρξε πολύ σφοδρός. Εφάρμοσε το σύστημα της προδοσίας, της καταγγελίας και της δημεύσεως της περιουσίας. Οι Χριστιανοί διώχθηκαν επειδή αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στη λατρεία τού αυτοκράτορα κατηγορώντας τους ως άθεους. Δολοφονήθηκαν περίπου 40.000 Χριστιανοί στη Ρώμη και σε ολόκληρη την Ιταλία. (Εγκ. Χάλεϋ σελ.959,1053,1059). Ακολούθησαν και άλλοι οι σημαντικότεροι από τους οποίους ήταν: Το 161μ.Χ. επί Μάρκου Αυρηλίου Οι σκληρότεροι διωγμοί από την εποχή τού Νέρωνα ως τότε. θεώρησε πολιτική ανάγκη την υποστήριξη τής επίσημης θρησκείας τής αυτοκρατορίας και με μεγάλη σκληρότητα αποκεφάλισε και έριξε στα θηρία πολλές χιλιάδες Χριστιανούς, ανάμεσα στους οποίους τον γνωστό ιστορικό Ιουστίνο τον Μάρτυρα. Τη θηριωδία του τη γνώρισε ιδιαίτερα η Νότια Γαλατία. Το 193μ.Χ. επί Σεπτιμίου Σεβήρου. Ο διωγμός αυτός ξεκίνησε με αφορμή έναν νόμο που δεν επέτρεπε τον προσηλυτισμό. Υπήρξε πολύ δριμύς, αλλά όχι γενικός. Περισσότερο υπέφεραν η Αίγυπτος η Γαλατία και η Βόρεια Αφρική. Στην Αλεξάνδρεια έκαιγαν στη φωτιά, σταύρωναν ή αποκεφάλιζαν καθημερινά πολλούς μάρτυρες, Το 249μ.Χ. μεγάλος διωγμός επί στρατιωτικού ηγεμόνος Δεκίου. Συστηματική κρατική απόπειρα καταστροφής τού Χριστιανισμού (249-251μ.Χ.) Αποφάσισε να εξοντώσει τον Χριστιανισμό. Θεωρούσε τους Χριστιανούς αιτία τού ξεπεσμού τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τότε συνελάμβαναν και βασάνιζαν κυρίως τον κλήρο και τους Επισκόπους. Ο διωγμός του απλώθηκε σε όλη την έκταση τής αυτοκρατορίας, και ήταν πολύ σφοδρός. Πλήθη ολόκληρα Χριστιανών, θανατώθηκαν με τα πιο σκληρά βασανιστήρια στη Ρώμη, στη Βόρεια Αφρική, στην Αίγυπτο και στη Μικρά Ασία. Ο Κυπριανός γράφει ότι «ολόκληρος ο κόσμος ερημώθηκε». Ο διωγμός κράτησε σε όλη τη διάρκεια τής βασιλείας του. Το 253μ.Χ. διωγμός επί αυτοκράτορος Βαλεριανού. (253-260μ.Χ.) Δριμύτερος διωγμός από τον προηγούμενο του Δεκίου. Κράτησε από το 257 ως το 259μ.Χ. σκοπεύοντας στην πλήρη εξόντωση του χριστιανισμού. Το 303μ.Χ. ο τελευταίος μεγάλος αυτοκρατορικός Ρωμαϊκός διωγμός, επί Διοκλητιανού. (284-305μ.Χ.). Ο χειρότερος από όλους τους άλλους διωγμούς. Ήταν ο πιο δριμύς και καταστροφικός ενώ επεκτάθηκε σε όλη την αυτοκρατορία. Διατάχθηκε καταστροφή όλων τών Εκκλησιαστικών κτιρίων και Γραφών. Περίπου 500.000 Χριστιανοί εξετελέσθησαν Επί 9 χρόνια τα όργανα τού αυτοκράτορα κυνηγούσαν τους Χριστιανούς στα δάση και τις σπηλιές, για να τους κάψουν ή να τους ρίξουν στα θηρία, και να τους κάνουν κάθε είδους βασανιστήριο που επινοούσε η ειδωλολατρική θηριωδία. Στη Μ. Ασία υπολογίζεται ότι θανατώθηκαν 15.000 Χριστιανοί, στην Αίγυπτο 140.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Όμως οι Χριστιανοί άντεξαν και πάλι. Ο Διοκλητιανός όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να νικήσει τον Χριστιανισμό, το 311μ.Χ. παραχώρησε ο ίδιος ανεξιθρησκία. Το 3ο μέρος θα συνεχισθεί με τα σκοτεινά χρόνια του Μεσαίωνα από την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έως το 1500μ.χ
Η ΠΑΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ - ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΩΓΜΟΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Η γρήγορη εξάπλωση του Ευαγγελίου στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία δημιουργούσε ένα νέο πολιτισμό. Ταυτόχρονα, όμως, προκάλεσε και αντιδράσεις.οι περισσότεροι Ιουδαίοι αντέδρασαν, αρνούμενοι να δεχθούν ότι ο Χριστός ήταν ο Μεσσίας. Δεν αντέδρασαν, όμως, μόνο αυτοί˙ η ρωμαϊκή αυτοκρατορία έβλεπε με προβληματισμό την αύξηση του αριθμού των χριστιανών. <ΒΡ> α. Οι αιτίες αντίδρασης των εθνικών Αρχικά το ρωμαϊκό κράτος έδειξε αδιαφορία για το Χριστιανισμό, γιατί τον θεωρούσε μια ιουδαϊκή αίρεση. Οι Ρωμαίοι, όμως, θορυβήθηκαν, όταν έγιναν χριστιανοί άνθρωποι που κατείχαν ανώτερες θέσεις στην κοινωνία τους. Οι πρώτοι που αντέδρασαν με συκοφαντίες εναντίον των χριστιανών ήταν οι εκπρόσωποι του εθνικού ιερατείου, γιατί έχαναν σταδιακά το σεβασμό που απολάμβαναν στη ρωμαϊκή κοινωνία και περιορίζονταν τα τεράστια οικονομικά τους οφέλη από τις προσφορές των πιστών και από τις θυσίες. Παράλληλα, ένας μεγάλος αριθμός επαγγελματιών (αγαλματοποιοί, αργυροχόοι, οικοδόμοι κ.ά.), που είχε οικονομικά συμφέροντα από την εθνική λατρεία, άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα. Αυτές, λοιπόν, οι ομάδες κατηγόρησαν τους χριστιανούς για «αθεΐα» και για εγκληματικές πράξεις και έτσι άρχισαν οι πρώτες περιστασιακές διώξεις. Η κατάσταση χειροτέρεψε προς τα τέλη του 1ου αι., όταν ο Αυτοκράτορας Δομιτιανός απαίτησε να λατρεύεται ο ίδιος από τους Ρωμαίους υπηκόους ως Κύριος και Θεός. Την αυτοκρατορική λατρεία αρνήθηκαν οι χριστιανοί, με αποτέλεσμα να οδηγούνται στο μαρτύριο. Παράλληλα, η αύξηση του αριθμού των χριστιανών και το νέο ήθος που πρόβαλλαν με τη ζωή τους στις ανθρώπινες σχέσεις, αντιμετωπίστηκαν ως κίνδυνος για το ρωμαϊκό κράτος.  Οι σκληροί διωγμοί και το πλήθος των μαρτύρων
Οι Διωγμοί στην αρχή δεν ήταν ούτε συνεχείς ούτε εκτείνονταν σε όλη την αυτοκρατορία. Κατά την περίοδο αυτή οι αιτίες των διωγμών είναι ποικίλες: φιλοδοξίες αυτοκρατόρων, θρησκευτικός φανατισμός, οικονομικά προβλήματα. Από την εποχή όμως του Δέκιου και μετά έχουμε συστηματικό διωγμό, με βάση ειδικό Διάταγμα με ισχύ σ' όλη την αυτοκρατορία. 
Τα μαρτύρια στα οποία υποβάλλονταν οι χριστιανοί ήταν σκληρότατα και απάνθρωπα, ήταν ένας αργός θάνατος. Χιλιάδες μάρτυρες θανατώθηκαν στις φυλακές ή ρίχτηκαν σε στάδια για να γίνουν βορά άγριων θηρίων. Για να μπορούν οι χριστιανοί ανενόχλητα να λατρεύουν το Θεό αναγκάστηκαν, ιδιαίτερα μετά την εποχή του Τραϊανού, να καταφεύγουν στις κατακόμβες,
Μαρτύριο του αγίου Ιακώβ του Πέρσου
Μαρτύριο του Aγίου Ιακώβου του Πέρσου
Πολλές φορές μορφωμένοι χριστιανοί απηύθυναν με παρρησία και σύνεση απολογίες υπέρ των ομοθρήσκων τους προς τους Ρωμαίους αυτοκράτορες και τους φιλοσόφους. Στα διασωθέντα κείμενα αυτών των Απολογητών (Κοδράτος, Αριστείδης, Ιουστίνος, Τερτυλλιανός) -όπως ονομάστηκαν-, γίνεται διάλογος με τους εθνικούς στη βάση της ελληνικής φιλοσοφίας και του πολιτισμού, τονίζεται η ηθική υπεροχή της χριστιανικής πίστης έναντι της εθνικής λατρείας καθώς και η θαυμαστή υπομονή και το ανυπέρβλητο θάρρος των μαρτύρων.
Οι Διωγμοί, παρά το ποτάμι αίματος των μαρτύρων που χύθηκε, δεν κατάφεραν να εξαφανίσουν τον Χριστιανισμό. Κατά την περίοδο των διωγμών, η αγάπη, η ενότητα και η αυτοθυσία των χριστιανών έκαναν τρομερή εντύπωση στους εθνικούς. Έβλεπαν, σε αντίθεση με τη διαφθορά, την παρακμή και την αναλγησία της κοινωνίας τους, ότι υπήρχε μια οικογένεια που μπορούσε να τους ξαναδώσει πίσω τη χαμένη τους ανθρωπιά. Μια οικογένεια που, ενώ είχε έντονη την προσδοκία ενός Νέου Κόσμου, ενδιαφερόταν έμπρακτα για τον πόνο και τη δυστυχία των ανθρώπων.
Το παράδειγμα των μαρτύρων, που ανακηρύχθηκαν άγιοι σε Ανατολή και Δύση, έμεινε χαραγμένο όχι μόνο στη μνήμη των συγχρόνων τους, αλλά και των πιστών κάθε εποχής.
γ. «Θάνατος στους άθεους (χριστιανούς)»
Ένας από τους πιο γνωστούς μάρτυρες της πρώτης Eκκλησίας ήταν ο άγιος Πολύκαρπος. Yπήρξε μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη και έγινε επίσκοπος Σμύρνης. Την εποχή που ανθύπατος της Μ. Ασίας ήταν ο Στάτιος Κοδράτος, ο όχλος θεωρώντας τον άγιο υπεύθυνο για τη γενναιότητα που είχαν δείξει στο μαρτύριο έντεκα χριστιανοί, με προεξάρχοντα το Γερμανικό, ζήτησε επίμονα τη σύλληψή του. Αφού ζήτησε να μάθει το όνομά του ο ανθύπατος, απαίτησε να ορκιστεί στον Καίσαρα, να περιγελάσει το Χριστό και να πει «θάνατος στους άθεους», εννοώντας τους χριστιανούς.
Ο Πολύκαρπος του εξήγησε ότι είναι χριστιανός και ότι δε θα μπορούσε να βλασφημήσει το Χριστό που υπηρετεί ογδόντα χρόνια. Μετά από αυτή την ομολογία, ο ανθύπατος τον καταδίκασε να καεί ζωντανός. Πράγματι ο όχλος μάζεψε ξύλα, άναψε μια μεγάλη φωτιά και έριξε πάνω της τον άγιο. Η φωτιά όμως δεν άγγιξε το σώμα του αγίου. Μη έχοντας άλλη λύση διέταξαν ένα στρατιώτη να τον αποκεφαλίσει. Το αίμα μάλιστα που έτρεξε, προς μεγάλη έκπληξη των παρισταμένων, έσβησε τελείως τη φωτιά. Ήταν 23 Φεβρουαρίου του 156 μ.Χ. κι έτσι κάθε τέτοια μέρα η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του αγίου Πολυκάρπου.Οι εθνικοί καταδίωξαν τους χριστιανούς γιατί δεν τιμούσαν τον αυτοκράτορα σα Θεό και γιατί βλάπτονταν τα συμφέροντα του ιερατείου τους. Οι διωγμοί, που κράτησαν περίπου τρεις αιώνες, ήταν αρχικά περιορισμένης έκτασης. Μετά τον Δέκιο όμως πήραν συστηματική μορφή και εξαπλώθηκαν παντού.
  • Οι Απολογητές ήταν μορφωμένοι χριστιανοί που με το συγγραφικό τους έργο υπερασπίζονταν ενώπιον των εθνικών τη χριστιανική πίστη.
  • Ο Χριστιανισμός, παρά τις διώξεις, επιβίωσε και εξαπλώθηκε παντού, γιατί το μήνυμά του έδινε στους ανθρώπους της αυτοκρατορίας τη χαμένη τους ανθρωπιά και νόημα στη ζωή τους.
  • Ο άγιος Πολύκαρπος, μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη και επίσκοπος Σμύρνης, ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στο Χριστό.
  • Απόσπασμα από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Καισαρείας,
    όπου περιγράφεται η αυτοθυσία των χριστιανών κατά τη διάρκεια επιδημίας
    πανούκλας, το 251 μ.Χ. (PG 20, 688C-689Α, σε απόδοση)
    Οι περισσότεροι από τους αδελφούς μας από την υπέρμετρη αγάπη και φιλαδελφία τους, χωρίς να σκέπτονται τον εαυτό τους ... και χωρίς καμιά προφύλαξη περιθάλποντας τους αρρώστους, υπηρετώντας τους και θεραπεύοντάς τους εν Χριστώ, έπαιρναν με μεγάλη προθυμία τη θέση τους, αναλαμβάνοντας το πάθημά τους, προσελκύοντας πάνω τους την αρρώστια από τους πλησίον και θεληματικά καθαρίζοντας τις πληγές τους. Πολλοί, λοιπόν, αφού περιέθαλψαν και ενδυνάμωσαν τους αρρώστους, πέθαναν, τραβώντας πάνω τους το θάνατο εκείνων … Έτσι οι άριστοι από τους αδελφούς μας, πρεσβύτεροι και διάκονοι, με αυτόν τον τρόπο έφυγαν από τη ζωή, επαινούμενοι από το λαό. Από την άλλη μεριά, οι εθνικοί έκαναν ακριβώς το αντίθετο: και όταν κάποιος άρχιζε να αρρωσταίνει, τον απωθούσαν και τον απέφευγαν και τα πιο αγαπημένα του πρόσωπα. Έριχναν τους μισοπεθαμένους στους δρόμους, και όταν πέθαιναν τους άφηναν άταφους να σκυλεύονται, προσπαθώντας να αποφύγουν τη διάδοση του θανατικού χωρίς επιτυχία.Για ποιους λόγους οι εθνικοί καταδίωξαν τους χριστιανούς και γιατί, παρά τις διώξεις, ο Χριστιανισμός επιβίωσε και εξαπλώθηκε παντού;
  • Γίνονται σήμερα διωγμοί που έχουν ως στόχο τη θρησκευτική πίστη και τη θρησκευτική συνείδηση; Να αναφέρετε συγκεκριμένα παραδείγματα.

  •  

    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου